Θεολογία του Βαπτίσματος

Η Βάπτιση είναι ένα από τα επτά μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας και σηματοδοτεί την μυστηριακή ένταξη εκείνου που μυείται στο σώμα του Ι. Χριστού, την Εκκλησία (Πράξ. β’ 41.47. Α’ Κορ. lβ’ 13. Γαλ Υ’ 26-28). Το βάπτισμα εξαλείφει τις αμαρτίες του ανθρώπου, συνάμα και το προπατορικό αμάρτημα, δίνοντας τη δυνατότητα στον πιστό να μετέχει των υπολοίπων ιερών μυστηρίων. Γι αυτό και αποκαλείται και “λουτρό παλιγγενεσίας”. Με το βάπτισμα λαμβάνουμε το Πνεύμα της υιοθεσίας και γινόμαστε «τέκνα Θεού» (Ρωμ. η’ 5-11. Γαλ δ’ 5-6).

Ο ευαγγελιστής Ιωάννης διασώζει όσα αποκάλυψε ο Χριστός σχετικά με τον τρόπο που μπορεί να εισέλθει κάποιος στην Βασιλεία των Ουρανών, μιλώντας ξεκάθαρα για την ανάγκη πνευματικής αναγέννησης του ανθρώπου από το αγιασμένο νερό της Βάπτισης και την πνοή του Αγίου Πνεύματος.

μν ἀμν λγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δναται ἰδεν τν βασιλεαν τοῦ Θεο (Ιωά. 3,3)

μν ἀμν λγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεματος, οὐ δναται εσελθεν ες τν βασιλεαν τοῦ Θεο (Ιωάν. 3,5)

– Τὸ γεγεννημνον ἐκ τς σαρκς σρξ ἐστι, καὶ τὸ γεγεννημνον ἐκ τοῦ Πνεματος πνεμά ἐστι (Ιωάν. 3,6)

Οι γονείς χαρίζουν στον καθένα μας τη φυσική γέννηση, η Εκκλησία μάς χαρίζει την πνευματική αναγέννηση. Το Βάπτισμα λοιπόν είναι η αναδημιουργία μας, τo Μυστήριο της «ἐν Χριστῷ» γέννησης  του ανθρώπου.

Ιστορική αναδρομή

Οι απαρχές του Βαπτίσματος ανάγονται στο γεγονός της βάπτισης του ίδιου του Χριστού από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Ο Ιωάννης κήρυττε τη μετάνοια και προσέφερε  βάπτισμα μετανοίας.  Τα λόγια του «μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2) αναφέρονταν στον ερχομό του Χριστού και οδηγούσαν τους ανθρώπους στη  συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητας και την ανάγκη μετάνοιας. Το βάπτισμά του ήταν «βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Λουκ. 3,3). Αν και αναμάρτητος ο Ίδιος (Α΄ Πέτρ. 2,22), ο Χριστός έφθασε στον Ιορδάνη και δέχθηκε το Βάπτισμα του Προδρόμου, υπακούοντας στις εντολές του Θεού εκ μέρους ολόκληρης της ανθρωπότητας και μάς έδειξε τον τύπο του δικού μας Βαπτίσματος. Με το Βάπτισμά Του ακόμη μάς φανερώθηκε η αλήθεια για τον Τριαδικό Θεό. Ο Υιός βαπτίζεται, το Πνεύμα το Άγιο εμφανίζεται με τη μορφή περιστεριού και η φωνή του Θεού Πατέρα ακούγεται να διαβεβαιώνει πως Εκείνος που βαπτίζεται είναι ο Υιός Του ο αγαπητός (Ματθ. 3,16-17).

Αλλά και με τον Λόγο Του, μετά την Ανάστασή Του και λίγο πριν την Ανάληψή Του στους ουρανούς, έδωσε εντολή στους μαθητές Του να πορευτούν σε όλα τα έθνη, να διδάξουν την αλήθεια του Ευαγγελίου και να βαπτίσουν στο όνομα της Αγίας Τριάδας όσους επιθυμούν να προσέλθουν στην Εκκλησία (Ματθ. 28,19), θέτοντας έτσι το Βάπτισμα ώς πρώτη και απαραίτητη προυπόθεση για την ένταξη στην Εκκλησία. Ενώ και ο Ευαγγελιστής Μάρκος διασώζει το λόγο του Κυρίου : «πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει· ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται» (Μάρκ. 16,15-16).

Στη συνέχεια, οι Απόστολοι τελούσαν το Βάπτισμα και το παρέδωσαν στην Εκκλησία, μεταδίδοντας το δικαίωμα αυτό στους διαδόχους τους, δηλαδή στους Επισκόπους και τους Ιερείς. Η Εκκλησία το κράτησε και το τελεί δια της τριπλής καταδύσεως και αναδύσεως εξ ύδατος, και επικλήσεως του ονόματος της  Αγίας Τριάδος. «Κατεβαίνουμε στο αγιασμένο νερό γεμάτοι αμαρτίες και ανεβαίνουμε έχοντες την ελπίδα στον Ιησού Χριστό». Το βάπτισμα δηλώνει μυστική ταφή του παλαιού ανθρώπου και ανάσταση με το Χριστό (Ρωμαίους 6, 4-5 και Κολασ. 2, 12)

Το γεγονός της ταύτισης του βαπτίσματος με την αναγέννηση δεν σημαίνει βέβαια πώς το βάπτισμα μας απαλλάσσει από τον προσωπικό αγώνα για την διατήρηση και την καρποφορία του πνευματικού δώρου. Αντίθετα η Εκκλησία εύχεται στον Κύριο να αναδείξει τον νεοφώτιστο «αήττητον αγωνιστήν κατά των μάτην έχθραν φερομένων κατ’ αυτού» και να δώσει σ’ αυτόν «πάντα μελετάν εν τω νόμω σου και τα ευάρεστά σοι πράττειν».

Στο βιβλίο «Χριστιανική ηθική» του Γεωργίου Μαντζαρίδη* αναφέρεται ότι κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες το βάπτισμα γινόταν συνήθως σε ώριμη ηλικία. Η απόταξη της ειδωλολατρίας και η ένταξη στην Εκκλησία συνδέονταν με την ουσιαστική αλλά και την τυπική ωρίμανση των προσερχομένων. Από τον δεύτερο αιώνα παρουσιάζονται περιπτώσεις ανηλίκων που βαπτίζονταν, ενώ από τον τρίτο αιώνα αναφέρονται και περιπτώσεις νηπιοβαπτισμών. Βέβαια δεν αποκλείονταν οι νηπιοβαπτισμοί ούτε κατά την εποχή των Αποστόλων, καθώς ολόκληρες οικογένειες προσέρχονταν να βαπτισθούν στην Εκκλησία (Πράξ. 16:15· 31-3· 18:8, Α’ Κορ. 1:16.). Όταν ο Χριστιανισμός αναγνωρίστηκε ως επίσημη κρατική θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η συμμετοχή των πολιτών στην ζωή της Εκκλησίας θεωρήθηκε αυτονόητη, καθιερώθηκε ο νηπιοβαπτισμός. Τα παιδιά ανατρέφονταν σε χριστιανικό περιβάλλον. Οι χριστιανοί γονείς, που δεν θα ήθελαν να φύγουν αυτά από την ζωή αβάπτιστα σε περίπτωση πρόωρου θανάτου, φρόντιζαν να τα βαπτίσουν από την νηπιακή τους ηλικία. Αλλά και η Εκκλησία αποδοκίμαζε την αναβολή του βαπτίσματος και συνιστούσε την βάπτιση των νηπίων.

Ο νηπιοβαπτισμός προϋποθέτει την ελεύθερη συγκατάθεση του παιδιού, αλλά δεν την επιβάλλει. Αν το παιδί αρνηθεί την χριστιανική του ιδιότητα και θελήσει να την εγκαταλείψει, δεν θα δεσμευθεί να το πραγματοποιήσει.

Η Τελετή

Η τελετή περιλαμβάνει δύο Μυστήρια, της Βαπτίσεως και του Χρίσματος και τελείται στα ακόλουθα στάδια:

Προβαπτισματικές ευχές

Στην αρχή του Μυστηρίου, ο Ιερέας μαζί με τον βαπτιζόμενο και τον ανάδοχο στέκονται στο νάρθηκα ή στο πίσω μέρος του Ναού, δηλώνοντας συμβολικά ότι τώρα αρχίζει η σταδιακή είσοδος του βαπτιζομένου από την πνευματική άγνοια στην Εκκλησία. Ο Ιερέας απαγγέλλει Ευχές, με τις οποίες όλα τα ζωντανά μέλη της Εκκλησίας, ευχόμαστε ο καινούριος Χριστιανός να ζήσει παντοτινά κάτω από τη σκέπη του Θεού και σύμφωνα με το θέλημά Του. Ακολουθεί η απόταξη του διαβόλου -βλέποντας προς δυσμάς- και η σύνταξη με τον Χριστό -βλέποντας προς ανατολάς-  με τη μορφή ερωταποκρίσεων ανάμεσα στον τελετουργό Ιερέα και τον ανάδοχο : Ο Ιερέας, στο όνομα του Τριαδικού Θεού, διατάσσει τον διάβολο να φύγει μακριά από τον άνθρωπο που θα γίνει σε λίγο Χριστιανός. Ο ανάδοχος δηλώνει ότι αρνείται (αποτάσσεται) τον διάβολο και τα έργα του. Είναι οι απαραίτητοι εξορκισμοί, δηλαδή ευχές, με τις οποίες φυγαδεύεται ο διάβολος και ο άνθρωπος απελευθερώνεται από τη δαιμονική κυριαρχία.

Ο Ιερέας εμφυσά τρεις φορές στο πρόσωπο του κατηχουμένου, όπως Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο με χώμα από τη γη και ενεφύσησε στο πρόσωπο αυτού την αθάνατη  ψυχή» (Γένεση). Ανανεώνοντας το πρώτο εμφύσημα του Θεού στο πρόσωπο του Αδάμ κατά την δημιουργία, η Βάπτιση είναι η αναδημιουργία του ανθρώπου, η γέννησή του στον καινούριο κόσμο που εγκαινίασε ο νέος Αδάμ, ο Χριστός. Εξ ονόματος του βαπτιζόμενου, ομολογεί ο ανάδοχος την πίστη του στον Χριστό και τη διάθεσή του να συμπορεύεται διαρκώς με Εκείνον. Συντάσσεται με τον Χριστό και εκφράζει επίσημα την απόφασή του απαγγέλλοντας δημόσια το Σύμβολο της Πίστεως τρεις φορές. Όλες οι τριπλές επαναλήψεις φράσεων που ακούγονται κατά το Μυστήριο της Βάπτισης είναι τύπος της Αγίας Τριάδος, αποτελούν όμως και επιβεβαίωση των όσων λέγονται.

Η Ακολουθία της Βαπτίσεως

Στη συνέχεια αρχίζει η καθεαυτό ακολουθία της Βάπτισης. Ο ιερέας στέκεται στο κέντρο του ναού κοντά στην κολυμβήθρα μαζί με τον βαπτιζόμενο και τον ανάδοχο, φορώντας επιτραχήλιο και φελώνιο και λέγει: «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». Ο Ιερέας εκφωνεί τα «Ειρηνικά», δηλαδή αιτήσεις κυρίως για εκείνον που πρόκειται να βαπτισθεί. Ακολουθεί η ευχή του αγιασμού του νερού της κολυμβήθρας, που ως ένα σημείο είναι ίδια με την ευχή του Αγιασμού των υδάτων των Θεοφανείων. Με την επίκληση της Αγίας Τριάδος, το Πνεύμα το Άγιο κατέρχεται και το πρώην απλό νερό καθαγίαζεται, δηλαδή ο νέος χριστιανός δεν θα καταδυθεί σε απλό νερό, αλλά –όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η αγιαστική Ευχή- σε «ὕδωρ ἀπολυτρώσεως, ὕδωρ ἁγιασμοῦ» που είναι «λουτρὸν παλλιγγενεσίας» και φέρνει «καθαρισμὸν σαρκὸς καὶ πνεύματος». Αγιάζεται το νερό, αγιάζεται και ο βαπτιζόμενος σε αυτό.

Την ευχή του αγιασμού του νερού ακολουθεί η ευχή της ευλογίας του ελαίου. Το λάδι αυτό συμβολίζει την ειρήνευση και την καταλλαγή με τον Θεό. Επιπλέον, όπως οι αθλητές αλείφονταν στην αρχαιότητα με λάδι, έτσι και ο νέος αθλητής του Χριστού που εισέρχεται στο στάδιο των πνευματικών αγώνων. Η επάλειψη με αυτό αποβλέπει στην πνευματική θεραπεία και την προστασία από κάθε δαιμονική επίθεση.

Προσέρχεται ο βαπτιζόμενος γυμνός για να αλειφθεί με το ευλογημένο λάδι. Με τον τρόπο αυτό συμβολίζεται η παντελής γύμνωση του ανθρώπου από τον παλαιό άνθρωπο και η απόφασή του να ενδυθεί τον Ίδιο τον Χριστό. Μαζί με τα παλαιά του ρούχα αφήνει στην άκρη και τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος. Μετά τη Βάπτιση θα ενδυθεί νέα ρούχα, διότι είναι νέος άνθρωπος, με τη δυνατότητα υπέρβασης της φθοράς και του θανάτου.

Ακολουθεί μια από τις πιο βασικές στιγμές της Βαπτίσεως, που είναι οι τρεις καταδύσεις στο αγιασμένο νερό. Την κάθε μια τους συνοδεύει η εκφώνηση του ονόματος ενός Προσώπου της Αγίας Τριάδος: «Βαπτίζεται ὁ δοῦλος/ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ … εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Ἀμήν.» Βαπτίζεται ο νεοφώτιστος στο όνομα της Αγίας Τριάδος και λογίζεται πλέον μέλος του Σώματος του Χριστού.

Ο Απόστολος Παύλος παραβάλλει την τριπλή κατάδυση και ανάδυση στο αγιασμένο νερό με την τριήμερη ταφή και ανάσταση του Χριστού (Προς Ρωμαίους, στ, 3-11). Όπως ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, έτσι, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος που ενεργεί μέσα στην Εκκλησία μας, αυτός που βαπτίζεται συμμετέχει στην τριήμερη Ταφή και Ανάσταση του Κυρίου, πεθαίνει ως άνθρωπος μακριά από τον Θεό και γεννιέται ως άνθρωπος ενωμένος με το Θεό. Ο βαπτιζόμενος καταδύεται στο αγιασμένο νερό της κολυμβήθρας εικονίζοντας το θάνατο του παλαιού ανθρώπου, της αμαρτίας και της παρακοής, καθώς εξαλείφονται οι συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος. Και καθώς τρεις φορές αναδύεται, εικονίζει την ανάσταση, την αναγέννηση στην εν Χριστώ ζωή, την είσοδο στην Εκκλησία, τον ερχομό του στην οικογένεια των τέκνων του Θεού καθώς γίνεται κληρονόμος της ουράνιας βασιλείας.

Ο Ιερέας παραδίδει τον βαπτισμένο στον ανάδοχο (στην περίπτωση του νηπιοβαπτισμού). Ο νονός/η νονά αναδέχεται τον νεοβαπτισθέντα και ταυτόχρονα αποδέχεται τη μεγάλη ευθύνη, που τού εμπιστεύεται η Εκκλησία, να τόν κατηχήσει, να τού διδάξει τις βασικές αλήθειες της ορθόδοξης πίστης και να οδηγήσει τα πρώτα βήματά του στο Ναό.

Η Ακολουθία του Χρίσματος

Το Χρίσμα είναι ένα μυστήριο που συνδέεται άμεσα με το Βάπτισμα. Χρίεται ο νεοφώτιστος με Άγιο Μύρο στα κύρια μέρη του σώματος (μέτωπο, αυτιά, στήθος, πλάτη, χέρια, πόδια). Με το μυστήριο του Χρίσματος το Άγιο Πνεύμα ενισχύει το νεοφώτιστο. Τον οπλίζει στους αγώνες του ενάντια στο διάβολο. Μεταδίδονται στον άνθρωπο τα χαρίσματα και οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Ολόκληρος ο άνθρωπος γίνεται ναός του Θεού. Το Μυστήριο του Χρίσματος γίνεται αμέσως μετά το βάπτισμα, όπως αμέσως μετά την ανάδυση του Χριστού στον Ιορδάνη κατέβηκε το Πνεύμα το Άγιο με μορφή περιστεριού.

H χρισματική χάρη είναι διαφορετική από τη βαπτισματική. Ενώ το ιερό βάπτισμα δημιουργεί τη νέα ύπαρξη και εισάγει τον άνθρωπο στη νέα εν Χριστώ ζωή, το χρίσμα σφραγίζει με τις δωρεές του αγίου Πνεύματος την ύπαρξη αυτή, βοηθώντας τον άνθρωπο να εισέλθει στην οδό των πνευματικών αγώνων και ν’ αξιοποιήσει υποκειμενικά το αγαθό του ιερού βαπτίσματος.

Το χρίσμα, αν και τελείται μαζί με το βάπτισμα, δεν είναι μέρος ούτε συμπλήρωμα του, αλλά μυστήριο ιδιαίτερο και αυτοτελές. Τα μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος γίνονται μια φορά για τον καθένα μας και δεν επαναλαμβάνονται. Όπως η φυσική γέννηση του ανθρώπου γίνεται μία και μόνη φορά, έτσι και η πνευματική μας αναγέννηση μέσω του Βαπτίσματος και του Χρίσματος μια μόνο φορά επιτελείται.

Τριχοκουρία, Ενδυση και Απόλουση

Μετά το Χρίσμα λαμβάνουν χώρα η τριχοκουρία, η ένδυση και η απόλουση. Ο Ιερέας σταυροειδώς κόβει (κείρει) τρίχες από την κεφαλή του βαπτισμένου σαν σύμβολο αφιέρωσης στον Θεό και αφοσίωσης σ΄ Εκείνον, και ένδειξη αποκοπής των παθών του βαπτισμένου.
Ο Ιερέας ευλογεί ένα μικρό κάλυμμα της κεφαλής του νεοβαπτισθέντος, που ονομάζεται κουκούλιο και συμβολίζει την πνευματική περικεφαλαία που περιβάλλεται πλέον δια του Βαπτίσματος στον αγώνα του κατά των παθών και του διαβόλου. Κανονικά τα ρούχα του νεοφώτιστου πρέπει να είναι λευκά γιατί το λευκό χρώμα συμβολίζει την εσωτερική καθαρότητα, που δια του Αγίου Πνεύματος έλαβε ο νεοφώτιστος.

Μόλις ενδυθεί τα βαπτιστικά του ενδύματα ο νεοφώτιστος, ο Ιερέας με μία βρεγμένη πετσέτα σπογγίζει το πρόσωπό του, διαβεβαιώνοντας ότι έλαβε το άγιο Βάπτισμα και το άγιο Χρίσμα. Η απόλουση αυτή είναι μία καθαρά λειτουργική πράξη.

Ο Ιερέας ευλογεί επί του ιερού Ευαγγελίου τον βαπτιστικό Σταυρό και τον φορά στο λαιμό του νεοφώτιστου απαγγέλλοντας τα λόγια του Χριστού «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Μάρκ. 8,34). Ο Σταυρός θα ευλογεί το χριστιανό κάθε ημέρα, θα τού θυμίζει τη θυσία του Χριστού επί του Σταυρού για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων και θα τον δυναμώνει στον πνευματικό του αγώνα.

Ακολουθεί η περιφορά του ιερέα και του νεοφώτιστου μαζί με τον ανάδοχο γύρω από την κολυμβήθρα. Η περιφορά αυτή είναι ένας πνευματικός «χορός», μια εκδήλωση χαράς και πανηγυρισμού για το ότι ένας ακόμη άνθρωπος δέχτηκε τη σωτηρία.

Ο «Απόστολος» και το «Ευαγγέλιο» της Βάπτισης

Ακολουθούν τα αγιογραφικά αναγνώσματα του ιερού Μυστηρίου: το αποστολικό ανάγνωσμα από την προς Ρωμαίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου (κεφάλαιο 6ο, στίχοι 3 – 11) και το ευαγγελικό ανάγνωσμα από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (κεφάλαιο 28ο, στίχοι 16 – 20).

Μετά τα αναγνώσματα, γίνεται μία μικρή δέηση υπέρ του νεοφώτιστου και του αναδόχου του και μία ευχή, προσευχή προς τον Θεό να είναι ο νέος πιστός πάντοτε ευλογημένος στη ζωή του, να προκόβει σε ηλικία και αρετή και να αξιωθεί κάθε επίγειας και ουράνιας ευτυχίας.

 

Δικαιολογητικά Βάπτισης

Γενικά

Έλληνες Ορθόδοξοι γονείς για να βαπτίσουν το παιδί τους, πρέπει να ενεργήσουν ως εξής:

α. Σε όποιον Ναό και αν τελέσουν το Μυστήριο, πρέπει να προκαθορίσουν εγκαίρως την ημέρα και ώρα τέλεσής του με τον Εφημέριο.

β. Τουλάχιστον μία εβδομάδα πρίν τη Βάπτιση πρέπει οι γονείς να προσκομίσουν στον Εφημέριο την πρωτότυπη Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του παιδιού, η οποία έχει εκδοθεί από το Δήμο στον οποίο έχει δηλωθεί η γέννησή του (συνήθως φέρει την ένδειξη «ΓΙΑ ΒΑΠΤΙΣΗ»).

γ. Για την τέλεση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος σε άλλη Ενορία, ο Εφημέριος πρέπει να μεταβιβάσει τη Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του παιδιού στο Ναό που θα τελεστεί το Μυστήριο.

δ. Ο Ιερέας που τελεί το Μυστήριο εκδίδει Δήλωση Βαπτίσεως.

ε. Η Δήλωση Βαπτίσεως κατατίθεται εντός μηνός στο Ληξιαρχείο του Δήμου που έχει δηλωθεί η γέννηση του παιδιού.

στ. Σε περίπτωση που η Βάπτιση τελεστεί εκτός Ενορίας, η δήλωση Βαπτίσεως προσκομίζεται στην Ενορία του Νεοφώτιστου, για να καταχωρηθεί στο οικείο Βιβλίο και στη συνέχεια, κατατίθεται στο Ληξιαρχείο του Δήμου.

ζ. Ανάδοχος δεν μπορεί να γίνει αλλόδοξος ή αλλόθρησκος, αλλά ούτε και Ορθόδοξος που έχει τελέσει μόνο πολιτικό Γάμο.

η. Τέκνα προερχόμενα από γονείς που έχουν τελέσει μόνο πολιτικό γάμο βαπτίζονται εφόσον ο Ανάδοχος εγγυάται την κατήχηση του νεοφωτίστου.

Ειδικές περιπτώσεις

α. Σε περίπτωση που η Ληξιαρχική Πράξη Γεννήσεως αναφέρει ήδη όνομα παιδιού, δεν επιτρέπεται κατά την Βάπτιση να δοθεί διαφορετικό από αυτό ή να προστεθεί άλλο μαζί με αυτό.

β. Σε περίπτωση που με δικαστική Απόφαση, την επιμέλεια του παιδιού έχει ο ένας γονέας ή κηδεμόνας, για την τέλεση του Μυστηρίου και την ονοματοδοσία απαιτείται Υπεύθυνη Δήλωση του ετέρου γονέα ότι συμφωνεί ή σε κατάσταση Κηδεμονίας, ότι συμφωνούν και οι δύο γονείς.

γ. Σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων, το Βάπτισμα ή η Ονοματοδοσία μπορούν να γίνουν κατόπιν Δικαστικής Αποφάσεως.

Προσοχή! Δικαστική Απόφαση η οποία αναθέτει μόνο την επιμέλεια του τέκνου, προσωρινή ή μή, στον ένα εκ των δύο γονέων, δεν αρκεί για την τέλεση Βαπτίσεως.

δ. Για κάθε περίπτωση, πρίν το βάπτισμα ανηλίκου, οι γονείς πρέπει να προσκομίσουν την αστυνομική τους ταυτότητα, για την συμφωνία των στοιχείων τους με τη Ληξιαρχική πράξη γεννήσεως του παιδιού, και να υπογράψουν ενώπιον του Ιερέα για το όνομα του παιδιού. Σε περίπτωση απουσίας ενός γονέως, η τέλεση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος επιτρέπεται μόνο όταν ο έτερος γονέας προσκομίσει θεωρημένο αντίγραφο είτε της Ληξιαρχικής Πράξης Θανάτου είτε της σχετικής δικαστικής απόφασης, βάσει των οποίων ο γονέας που απουσιάζει κηρύττεται ρητώς άφαντος ή έκπτωτος από τη γονική μέριμνα.

ε. Σε περίπτωση απουσίας του ενός γονέα λόγῳ ευλόγου κωλύμματος (ασθενείας, αποδημίας κ.λπ.), η Βάπτιση τελείται μόνον εφόσον εκ μέρους του απόντος γονέα υποβληθεί είτε βεβαίωση ενώπιον συμβολαιογράφου είτε υπεύθυνη δήλωση με το γνήσιο της υπογραφής θεωρημένο, ότι συγκατατίθεται για τη βάπτιση του τέκνου του κατά το Ορθόδοξο δόγμα και με το συγκεκριμένο όνομα.

στ. Σε περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου ή όταν η μητέρα επικαλείται διαφορετικό πατέρα από τον αναγραφόμενο στη Ληξιαρχική Πράξη Γεννήσεως, χρειάζεται οπωσδήποτε η γραπτή συγκατάθεση του γονέα ή σε περίπτωση προσβολής της πατρότητας ή εκούσιας αναγνωρίσεως του τέκνου, λαμβάνεται ως πατέρας ο προσδιοριζόμενος από το Ληξιαρχείο, με νεώτερη σημείωση και διόρθωση της Ληξιαρχικής Πράξης Γεννήσεως.

ζ. Σε περίπτωση άγαμης μητέρας, επειδή αυτή ασκεί μόνη της τη γονική μέριμνα, χρειάζεται να υποβάλει μία Υπεύθυνη Δήλωση του Ν. 1599/86, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής της, στην οποία να δηλώνει υπευθύνως ότι ασκεί αποκλειστικώς τη γονική μέριμνα στο ανήλικο τέκνο της, ότι δεν υφίσταται δικαστική απόφαση η οποία να απονέμει δικαίωμα ασκήσεως γονικής μέριμνας και στον πατέρα του ανήλικου τέκνου, και τέλος ότι επιθυμεί το ανήλικο τέκνο της να βαπτισθεί κατά το Ορθόδοξο δόγμα και να λάβει το συγκεκριμένο όνομα.

 

ΒΑΠΤΙΣΗ ΑΝΗΛΙΚΟΥ

Πρωτότυπη Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του παιδιού, η οποία έχει εκδοθεί από το Δήμο στον οποίο έχει δηλωθεί η γέννησή του (συνήθως φέρει την ένδειξη «ΓΙΑ ΒΑΠΤΙΣΗ»)

Ειδικές περιπτώσεις:

– Σε περίπτωση που με δικαστική Απόφαση, την επιμέλεια του παιδιού έχει ο ένας γονέας ή κηδεμόνας, για την τέλεση του Μυστηρίου και την ονοματοδοσία απαιτείται Υπεύθυνη Δήλωση του ετέρου γονέα ότι συμφωνεί ή σε κατάσταση Κηδεμονίας, ότι συμφωνούν και οι δύο γονείς

– Σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων, το Βάπτισμα ή η Ονοματοδοσία μπορούν να γίνουν κατόπιν Δικαστικής Αποφάσεως.

– Σε περίπτωση απουσίας ενός γονέως, η τέλεση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος επιτρέπεται μόνο όταν ο έτερος γονέας προσκομίσει θεωρημένο αντίγραφο είτε της Ληξιαρχικής Πράξης Θανάτου είτε της σχετικής δικαστικής απόφασης, βάσει των οποίων ο γονέας που απουσιάζει κηρύττεται ρητώς άφαντος ή έκπτωτος από τη γονική μέριμνα.

– Σε περίπτωση απουσίας του ενός γονέα λόγῳ ευλόγου κωλύμματος (ασθενείας, αποδημίας κ.λ.π.), η Βάπτιση τελείται μόνον εφόσον εκ μέρους του απόντος γονέα υποβληθεί είτε βεβαίωση ενώπιον συμβολαιογράφου είτε υπεύθυνη δήλωση με το γνήσιο της υπογραφής θεωρημένο, ότι συγκατατίθεται για τη βάπτιση του τέκνου του κατά το Ορθόδοξο δόγμα και με το συγκεκριμένο όνομα.

– Σε περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου ή όταν η μητέρα επικαλείται διαφορετικό πατέρα από τον αναγραφόμενο στη Ληξιαρχική Πράξη Γεννήσεως, χρειάζεται οπωσδήποτε η γραπτή συγκατάθεση του γονέα ή σε περίπτωση προσβολής της πατρότητας ή εκούσιας αναγνωρίσεως του τέκνου, λαμβάνεται ως πατέρας ο προσδιοριζόμενος από το Ληξιαρχείο, με νεώτερη σημείωση και διόρθωση της Ληξιαρχικής Πράξης Γεννήσεως.

– Σε περίπτωση άγαμης μητέρας, επειδή αυτή ασκεί μόνη της τη γονική μέριμνα, χρειάζεται να υποβάλει μία Υπεύθυνη Δήλωση του Ν. 1599/86, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής της, στην οποία να δηλώνει υπευθύνως ότι ασκεί αποκλειστικώς τη γονική μέριμνα­­­ στο ανήλικο τέκνο της, ότι δεν υφίσταται δικαστική απόφαση η οποία να απονέμει δικαίωμα ασκήσεως γονικής μέριμνας και στον πατέρα του ανήλικου τέκνου, και τέλος ότι επιθυμεί το ανήλικο τέκνο της να βαπτισθεί κατά το Ορθόδοξο δόγμα και να λάβει το συγκεκριμένο όνομα.

 

ΒΑΠΤΙΣΗ ΕΝΗΛΙΚΟΥ

– Σχετική δίγλωσση (στα ελληνικά και αγγλικά) Αίτηση, με συμπληρωμένα όλα τα στοιχεία του αιτουμένου τη Βάπτιση, υπογεγραμμένη από αυτόν.

– Εάν ο/η αιτών/ούσα είναι ανήλικος/η, θα υπογράφουν οι γονείς ή οι σύμφωνα με τον νόμο κηδεμόνες σχετική υπεύθυνη δήλωση.

– Αν από το Διαβατήριο ή από άλλα επίσημα έγγραφα δεν αποδεικνύονται απολύτως τα απαιτούμενα στοιχεία χρειάζεται προσαγωγή Ληξιαρχικής πράξης γέννησης.

– Προϋπόθεση για τη Βάπτιση ενηλίκου είναι η Κατήχησή του σύμφωνα με τις οδηγίες της Μητροπόλεως.

 
 
 
 
 

Ο Ανάδοχος

Ο ρόλος του Αναδόχου (νονού/νονάς) δέν ἐξαντλεῖται ἁπλῶς στό νά φροντίσει γιά τά πρακτικά ζητήματα ἤ νά κάνει δῶρα στό παιδί ἤ τη δημιουργία κοινωνικών σχέσεων. Ἡ παρουσία του εἶναι οὐσιαστική καί ἀπαραίτητη. Ἐγγυᾶται στήν Ἐκκλησία γιά τόν νεοφώτιστο καί τήν πρόοδό του στήν πίστη. Ἀναπληρώνει τήν ἔλλειψη βούλησης τοῦ νηπίου, ὁ­μολογεῖ πίστη ἐξ ὀνόματός του, αναλαμβάνει τήν ὑποχρέ­ωση νά συμπράξει μαζί μέ τούς γονεῖς στή χριστιανική ἀνατροφή τοῦ παιδιοῦ.

Ἀνάδοχος τοῦ παιδιοῦ δέν μπορεῖ νά γίνει ἀλλόδοξος ἤ ἀλλόθρησκος, ἀλλά καί Ὀρθόδοξος, ὁ ὁποῖος ἔχει τελέσει μόνο πολιτικό Γάμο ή Σύμφωνο συμβίωσης. Ο Ανάδοχος οφείλει νά εἶναι συνειδητό μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἄνθρωπος μέ ζωντανή πίστη καί συνεπῆ χριστιανική ζωή. Για τον λόγο αυτόν απαιτείται Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του Αναδόχου ή Πιστοποιητικό Βάπτισής του, το οποίο βεβαιώνει ότι είναι βαπτισμένος Ορθόδοξος Χριστιανός καθώς και Πιστοποιητικό Οικογενειακής Κατάστασης ή Ληξιαρχική Πράξη Γάμου του Αναδόχου, για να βεβαιωθεί ότι δεν είναι παντρεμένος μόνο με Πολιτικό Γάμο ή ότι δεν έχει συνάψει μόνον Σύμφωνο Συμβίωσης.

Ὁ Ἀνάδοχος πρέπει ὁπωσδήποτε νά εἶναι ἐνήλικος ἀφοῦ ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων εἶναι ὑπεύθυνος γιά τόν Ἀναδεκτό καί, τελικῶς, θά δώσει λόγο στόν Θεό. Σε περίπτωση πού ἀνήλικος ἐπιθυμεῖ νά συμμετάσχει στήν Βάπτιση, δέν θεωρεῖται Ἀνάδοχος, ἁπλῶς μπορεῖ νά ὑποβοηθήσει τόν ἐνήλικο Ἀνάδοχο κατά τήν διάρκεια τοῦ Μυστηρίου (π.χ. βάζοντας λάδι, κρατώντας τήν λαμπάδα κλπ.) .

Επιπλέον:

α) Οι υπ’ αριθμ. 5487/19-5-1836 και 814/1156/838/20-5-1955 Συνοδικοί Εγκύκλιοι ορίζουν ότι ο ανάδοχος πρέπει να είναι “ένας και μόνος”, ενώ τυχόν άλλος ένας υποβοηθεί τον ένα (Εγκύκλιος υπ’ αριθμ. 2627/659/401/8-4-1997),

 

β) Η υπ’ αριθμ. 1554/4168/1138/27-6-1968 Συνοδική Εγκύκλιος κωλύει τους Κληρικούς και τους Μοναχούς από το να γίνουν ανάδοχοι,

 

γ) Ο ΝΓ΄  Κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου και η υπ’ αριθμ. 52747/6835ΝΚ/199/27-1-1999 Συνοδική Εγκύκλιος απαγορεύουν στους γονείς να γίνουν ανάδοχοι κατά την βάπτιση των παιδιών τους, και

 

δ) Η υπ’ αριθμ. 2283/6901ΝΚ/1372/15-6-1999 Συνοδική Εγκύκλιος ορίζει ότι κατά την Βάπτιση ενηλίκων η παράσταση αναδόχου δεν είναι αναγκαία.

 

Από το Ιερό Μυστήριο του Βαπτίσματος προκύπτει πνευματική συγγένεια, η οποία δημιουργεί κώλυμα στη σύναψη γάμου μεταξύ του αναδόχου και της αναδεκτής του ή της μητέρας της, ή αναλόγως, της αναδόχου και του αναδεκτού της ή του πατέρα του (ΝΓ Κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, υπ’ αριθμ. 3625/2383 ΝΚ/2050/17-11-1981 και 2627/659/401/8-4-1997 Εγκύκλιοι της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και υπ’ αριθμ. 42/25-7-2006 Εγκύκλιο Σημείωμα της καθ’ ημάς Ιεράς Αρχιεπισκοπής).

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

*Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική. Δεύτερος τόμος. Ι. Μ. Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2015, σελ. 115 (αποσπάσματα)